από mikemicha » Δευτ Απρ 05, 2010 12:27 pm
Σ'αγαπώ, σ'αγαπώ, σ"αγαπώ.....ψιθυρίζει ο νεαρός ερωτευμένος στην αγαπημένη του.
Και θα παντρευτούμε, αγάπη μου;..
Πάντα τέτοια είσαι. "Ολο αλλάζεις θέμα!!
Πάει ένας ινδιάνος στο ληξιαρχείο:
"Γεια σας," λέει στον υπάλληλο. "Θέλω να αλλάξω το όνομά μου, γιατί είναι πολύ μεγάλο."
"Πως λέγεστε, κύριε;"
"Κοτρόνα που ξεκολάει από τη βουνοπλαγιά και κατρακυλάει στη λίμνη της κοιλάδας."
"Κατάλαβα. Και ποιο θα είναι το καινούριο όνομά;"
"Πλάτς!!!!"
Μια φορά ήταν ένας που βρισκόταν σε μια ερημική περιοχή, κάπου ανάμεσα σε Αθήνα και Λαμία. Ήταν χειμώνας, έκανε παγωνιά. Έκανε ώτο- στοπ για να πάει μέσα στην πόλη. Η ώρα ήταν περασμένες 2:00 τα μεσάνυχτα. Από τα λιγοστά αυτοκίνητα που πέρασαν κανένα δεν σταμάτησε. Τα χέρια του είχαν κοκαλώσει, μελάνιασε από το κρύο.
Καταλάβαινε πως αν δεν σταματήσει κάποιος μέσα σε λίγη ώρα θα έφτανε το τέλος του.
Ελπίδες δεν είχε. Σκέφτηκε ότι αφού θα πεθάνω που θα πεθάνω ας ξαπλώσω στη μέση του δρόμου για να με βρουν. Εκεί που ξάπλωσε, από μακριά βλέπει ένα αυτοκίνητο να έρχεται με μικρή ταχύτητα, σηκώνεται τρέχει, ανοίγει την πόρτα μπαίνει μέσα.
- "Ααχ! παράδεισος είναι εδώ. Χίλια ευχαριστώ που σταμα...στα.." Γυρίζει και βλέπει το κάθισμα του οδηγού άδειο. Το τραύλισμα άρχισε να μετατρέπεται σε πανικό όταν το αυτοκίνητο συνέχιζε να προχωράει!
- "Αμάν το αμάξι είναι στοιχειωμένο!"
Έκανε να ανοίξει την πόρτα να κατέβει αλλά ο τσουχτερός αέρας του άλλαξε το μυαλό.
- "Μπριτς που θα κατέβω. Στοιχειωμένο, ξεστοιχειωμένο εγώ εδώ θα μείνω."
Το αυτοκίνητο εν τω μεταξύ συνέχιζε την πορεία του κανονικά, είχε μπει στην εθνική και κάπου αργότερα έστριψε σ` ένα βενζινάδικο να βάλει βενζίνη, σε λίγο ανοίγει η πόρτα του οδηγού και μπαίνει ένας μέσα.
- "Αχ! Μη μπαίνετε σ` αυτό το αμάξι! Είναι στοιχειωμένο!"
- "Πιο στοιχειωμένο ρε μ@λ...! Απ` τα δυόδια το σπρώχνω!"
«…τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι…»